Δηλωνεται κατηγορηματικα οτι, ολα τα δημοσιευομενα ποιηματα, αποσπασματα ποιηματων η, και στιχοι κ.λπ. λογοτεχνικα κειμενα ειναι απο εντυπες εκδοσεις ευρισκομενες στη κατοχη του διαχειριστη αυτου του ιστολογιου. Σε οποιαδηποτε αλλη περιπτωση, γινεται link κατ' ευθειαν στα ιστολογια στα οποια βρισκονται και οχι αναδημοσιευση τους, ακομη κι αν δεν υπαρχει σχετικο απαγορευτικο σημα.

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

...ΘΑ ΣΟΥ ΛΕΩ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ



Ο δαχτυλακης


Μια φορα κι εναν καιρο ηταν ενας γερος και μια γρια. Μια μερα η γρια εκοψε ενα λαχανο και χωρις να το καταλαβει εκοψε μαζι και το δαχτυλο της. Το τυλιξε σ' ενα κουρελι και το απιθωσε σ' ενα σκαμνι.
Ξαφνικα ακουει - καποιος απανω στο σκαμνι εκλαιγε. Ξεδιπλωνει το κουρελι και βρισκει μεσα ενα αγορακι μικρο - μικρο σαν το δαχτυλο της.
Τα 'χασε η γρια, φοβηθηκε'
- Ποιος εισ' εσυ?
- Ο γιοκας σου ειμαι, γεννηθηκα απο το δαχτυλο σου.
Το παιρνει η γρια, το κοιταζει - το αγορακι ητανε μια σταλια, μολις και φαινοταν οταν το 'βαζες χαμω. Και το 'βγαλε Δαχτυλακη.
Αρχισε ο Δαχτυλακης να μεγαλωνει. Πιο ψηλος δεν εγινε, στο μυαλο ομως ητανε πιο εξυπνος κι απο μεγαλο.
Μια μερα λεει :
- Που ειναι ο πατερουλης μου?
- Πηγε στο χωραφι να οργωσει.
- Θα παω να τον βοηθησω.
- Να πας, παιδακι μου.
Παει στο χωραφι.
- Καλημερα, πατερουλη!
Κοιταζει ο γερος γυρω - γυρω:
- Τι θαυμα ειναι αυτο? Ακουω μια φωνη, δε βλεπω ομως κανενα. Ποιος ειν' αυτος που μου μιλαει?
- Εγω, ο γιοκας σου. Ηρθα να σε βοηθησω στο οργωμα. Καθισε πατερουλη, να φας να ξεκουραστεις λιγακι.
Χαρηκε ο γερος, καθισε να φαει για μεσημερι. Κι ο Δαχτυλακης σκαρφαλωσε στο αυτι του αλογου κι αρχισε να οργωνει. Λεει στον πατερα του :
- Αν γυρεψει κανενας να με αγορασει, μη φοβηθεις να με πουλησεις. Εγω δε θα χαθω. Θα ξαναγυρισω σπιτι.
Εκεινη την ωρα περνουσε ενας αρχοντας, κοιταζει και μενει με το στομα ανοιχτο : το αλογο περπατουσε, το αλετρι οργωνε, ανθρωπος ομως δε φαινοτανε!
- Αυτο κανενας ως τωρα ουτε το ειδε ουτε το ακουσε, να οργωνει το αλογο μοναχο του!
Του λεει ο γερος :
- Αοματος εισαι και δε βλεπεις? Ο γιος μου οργωνει.
- Πουλησε μου τον.
- Οχι, δεν τον πουλαω. Ειναι η μονη μας χαρα εμενα και της γριας μου, η μονη μας παρηγορια, το αγορακι μας ο Δαχτυλακης.
- Πουλησε μου τον, παππουλη!
- Αν μου δινεις χιλια ρουβλια...
- Γιατι τοσα πολλα?
- Το βλεπεις και μονος σου : μπορει το αγορακι να ειναι μικρο αλλα ειναι λεβεντης. Τα ποδια του εχουν φτερα, ο,τι και να του πεις στη στιγμη το κανει.
Δινει ο αρχοντας τα χιλια ρουβλια, παιρνει το αγορακι, το βαζει στην τσεπη του και ξεκιναει για το σπιτι του.
Ο Δαχτυλακης ροκανισε την τσεπη, εκανε μια τρυπα και το 'σκασε.
Πηγαινε, πηγαινε, τον βρηκε η μαυρη νυχτα.
Κρυφτηκε κατω απο ενα χορταρακι στην ακρη του δρομου και τον πηρε ο υπνος.
Ερχεται τρεχατος ενας σταχτης λυκος πεινασμενος και τον καταπινει.
Ο Δαχτυλακης καθοτανε ζωντανος μεσα στην κοιλια του λυκου κι ουτε τον ενοιαζε καθολου.
Ο σταχτης λυκος ητανε που τα βρηκε σκουρα : Βλεπει ενα κοπαδι, τα προβατα βοσκανε, ο βοσκος κοιμοτανε, μολις ομως ζυγωσε κρυφα - κρυφα ν' αρπαξει κανενα προβατο, ο Δαχτυλακης αρχισε να φωναζει οσο μπορουσε πιο δυνατα :
- Βοσκε! Βοσκε! Εσυ κοιμασαι κι ο λυκος παει να σου κλεψει ενα προβατο!
Ξυπναει ο βοσκος, ορμαει πανω στο λυκο με μια μαγκουρα,τον πιανουνε και τα σκυλια και τον καταξεσκιζουνε. Μολις και τα καταφερε ο σταχτης λυκος να ξεφυγει.
Σιγα - σιγα ο λυκος αδυνατισε πολυ, κοντευε να πεθανει απο την πεινα. Παρακαλαει τον Δαχτυλακη :
- Ελα, βγες εξω!
- Πηγαινε με στο σπιτι μου, στον κυρη μου και στη μανα μου και τοτε βγαινω.
Τι να καμει ο λυκος, τραβαει για το χωριο και παει γραμμη στην καλυβα του γερου.
Πεταγεται αμεσως ο Δαχτυλακης μεσ' απο την κοιλια του λυκου και φωναζει :
- Βαρατε τον το λυκο! Βαρατε τον!
Αρπαζει ο γερος το φτυαρι του φουρνου, αρπαζει κι η γρια μια μασια κι αρχισανε να χτυπανε το λυκο. Τον σκτωσανε, του βγαλανε το πετσι του και φτιαξανε μια καπα για το γιοκα τους.


(απο : "Μαγικα παραμυθια της Ρωσιας", μτφ. απο τα ρωσικα Δεσποινας
Δετζωρτζη, εικονογραφηση Μαριας Βουδουρογλου, εκδ. "ΕΡΜΗΣ", αθηνα - 1974)

Δεν υπάρχουν σχόλια: