[... ].
Αγαπη μου! Τουτες τις ξεχωριστες ωρες, που η ζωη μου ειναι τοσο κοντα στο θανατο και τα χερια μου ειναι τοσο μακρια απ' τα δικα σου...
Αληθεια, μεσα στα γραμματα που θα σου στελνω με το ταχυδρομειο, μην περιμενεις να βρεις τιποτα απ' την αληθινη μου ζωη. Απ' το χαρακωμα δεν στελνουνται γραμματα. Μοναχα κατι τυπωμενες καρτες γαλαζιες - ταχυδρομικος τομευς 906. Ειμαι καλα σε χαιρετω - κι αυτες θα περνανε πρωτα απο τα χιλια-δυο τσιμπλιαρικα ματογυαλια της λογοκρισιας ωσπου να φτασουνε στ' αγαπημενα μου τα δικα σου τα ματακια. Το λοιπον μοναχα σε τουτα εδω τα χερογραφα θα σημειωνω τις εντυπωτικες στιγμες τουτης της ζωης, οπως θα τις δω να περασουν απ' το μεσα μου κι απ' τον οξω κοσμο. Χρονολογιες και τοποθεσιες δε σου βαζω. Γιατι δεν υπαρχουν πια τετοια πραματα. Ολες μας οι μερες εδω πανου ειναι απαραλαχτες μες στην ασκημια τους. Κανενα σημαδι δεν αλλαζει τη φυσιογνωμια της μιανης απ' την αλλη ουτε και τη σημασια της. Ολες τους περνανε σα μιαν ατελειωτη, αργοκινητη λιτανεια απο μερες και νυχτες ανυποφορα ιδιες κι απαραλλαχτα αδειανες. Βαλε στο νου σου εναν κυκλο - κομπολο'ι΄ απο ασπρες και μαυρες χαντρες, μιαν ασπρη μια μαυρη, που συναλλαζουνται χωρις τελειωμο και χωρις νοημα. Βαριεστισμος! Το ιδιο κι οι τοποθεσιες. Λεξεις ξενικες, συμβολα, γραμματα του αλφαβ'ητου και νουμερα. Σημαδια συνθηματικα που εχουν τη σημασια τους μοναχα μεσα στους επιτελικους χαρτες.
Μα κοντα σου δεν ηταν ετσι, αχ, δεν ηταν ετσι. Εκει καθε μερα και καθε ωρα και καθε στιγμη, ειχε την ατομικοτητα της. Ηταν ολες τους, ολες, τοσο πλουσια χρωματισμενες, ετσι ζεστες απο εκφραση και σπαρταριστη ζωη, που θα μπορουσα και τωρα δα να καλεσω την καθεμι'α τους με τ' ονομα της και με τα δικα της σημαδιακα περιστατικα.
[... ].
Φορουσες μια μερα ενα συμπαθητικο καπελλακι, μαυρο μεταξωτο με κοκκινο μπορ, και πορπατουσες με κεινο το κοντο βιαστικο σου βημα. Οπως κανουν τα πουλια σα δοκιμαζουν να χαμωπορπατηξουν. Ηταν ανημερα της Λαμπρης και παντου ηταν ανασταση και φως. Τα καστανα εξυπνα ματια σου γελουσαν και μου 'φερνες ενα τσαμπι πασχαλιας. Κι ηταν Κυριακη τρεις τ' απογεμα.
Τις καλες τις αγαπημενες μας ωρες...
Δω περα ολα ειναι τα ιδια. Κουραστικα, απαραλλαχτα, σιωπηλα και τρομερα. Ο χρονος εχει σταθει. Η γης δε γυριζει πια. Οι μηνες ανεκατωθηκαν. Οι μερες της βδομαδας δεν εχουνε πια ονομα. Δεν εχει γιορτες.
Δεν εχει, πες, μερες και νυχτες.
[... ].
(αποσπασμα απο : "Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ", κεφ. α' : ενα τελος που ειναι μιαν αρχη, Β' εκδ., αθηνα 1930)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου