ΣΑΜΠΕΘΑ'Ι' ΚΑΜΠΙΛ'ΗΣ
2
Πολλα χρονια πρεπει να περασαν ετσι, παρα πολλα. Μπορει να 'τανε στ' αληθεια και τα δυο χιλιαδες χρονια του Σαμπεθα'ι' Καμπιλ'η, μπορει να 'ταν κι ακομη παλιοτερα, πριν ακομα ξεκινησουν να 'ρθουνε σ' αυτη την πολη. Οι πλακες του Μωυση κρατουσανε παντα την παλια τους γραφη. Κ' η οβρα'ιικη φτωχολογια τις κουβαλουσε στην πλατη της, λιμασμενη, καταφρονεμενη, απ' αυτες καρτερωντας τη σωτηρια.
Οπου καποτε, πανε τωρα τριαντα χρονια, ακουστηκε και στην μικρη πολιτεια η φωνη ενος καινουργιου προφητη. Δεν υπαρχει, ελεγε αυτος, κανενας αλλος τροπος για τους Οβραιους να γλυτωσουν, να σταματησει η χαμενη τυρ'αννια τους κ' η ντροπη τους , παρα να τις σπασουνε μια και καλη τις πλακες του Μωυση. Οι φτωχοι με τους φτωχους κ' οι αρχοντοι με τους αρχοντους, οπως ειτανε κιολας αυτοι και πρωτος-πρωτος ο Σαμπεθα'ι' Καμπιλ'ης. Αυτος τους φοβεριζει τους Οβραιους πλιοτερο απ' ολους τους χριστιανους. Κ' η σωτηρια που τους ταζει ειναι οι αλυσιδες που τους δενουν.
Φανερο, λοιπον, πως αυτος ο καινουργιος προφητης ειταν ο πρωτος Οβραιος κομουνιστης της πολης αυτης. Σαν ο Σαμπεθα'ι' Καμπυλ'ης φοραγε κι αυτος μια γκριζα ρεπουμπλικα αχαρα τσαλαπατημενη στο κεφαλι του που 'τανε κι αυτουνου στρογγυλο και τα ρουχα του ειτανε το ιδιο σαν του Σαμπεθα'ι' Καμπυλ'η κακοβαλμενα στο κορμι του - μονο που, τ' αντιθετο απ' αυτον, ειταν παντα ξεκουμπωτος, παλτο, σακακι, γιλεκο, καμια φορα και τα κουμπια του παντελονιου του.
Ειταν ορφανος απο πατερα κ' η μανα του τον ειχε αναστησει ξενοδουλευοντας και τον καμαρωνε υστερα πογινε καθηγητης των γαλλικων σ'ενα τετοιο σκολειο σαν της "Αλλιανς Φρανσαιζ", που το κραταγε στα χερια της η Κοινοτητα των Οβραιων. Τον καμαρωνε ακομα που 'ταν ετσι ταπεινος και γλυκος κ' οι Οβραιοι τον κοιτουσαν στα ματια και την τιμουσε κι αυτην, οπως τιμουν οι φτωχοι τις μαναδες τους.
Ωρες και παρ'αωρες τριγυρνουσε καθε μερα στον οβρα'ιικο μαχαλα. Χωρις καθολου να γνοιαζεται πως ειταν καθηγητης σ' ενα τετοιο σκολειο σαν της "Αλλιανς Φρανσαιζ", καθοταν στα πεζοδρομια και στα πεζουλια και μιλουσε με τις Οβριες και με τους χαμαληδες. Πηγαινε μαζι τους στα καπηλεια τους, εκει μεσα στα Οβρα'ιικα, κι αν δεν επινε κι αυτος, ετρωγε ωστοσο μαζι τους, με τα δυο του τα χερια την οβρα'ιικη λαχαναρμι'α και τρεχανε τα ζουμια στο παλτο του. Γεννημα δηλαδη και θρεμμα δικο τους, ολοφτυστο.
Λιγο-λιγο με δισταγμο και με φοβο οι Οβραιοι αρχισανε και μαζευοντανε γυρω του κι ακουγανε ξαφνιασμενοι που τους εξηγαγε τη Γραφη μ' εναν τροπο δικο του, καινουργιον κι ανασαινανε τ' ονειρο του. Μια μικρη Συναγωγη αρχισε σιγα-σιγα και γινοτανε στο μαγαζι του Χα'ι'μ Εζρα. [... ].
( αποσπσμα, απο : "ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΣ ΠΟΛΗΣ" - διηγηματα,
σελις 56-57, εκδ. " ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΟ ", αθηνα - δεκ. 1999 )
σημ. : στη φωτο, ο Νικος... < Καρβουνης > ... με τον Δημητρη... < Χατζη > ...σε περιοχη της ελευθερης Ελλαδας κατα τη διαρκεια του αντιφασιστικου αγωνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου